της Αγγελικής Μήλιου, βιολόγος, medlabnews.gr
Η λέξη τζίντζερ, προέρχεται από την αρχαία ινδική λέξη singivera.
Η πιπερόριζα έφτασε στην Δύση μέσω της Ελλάδας, όπου την έφεραν οι επιζήσαντες στρατιώτες του Μεγάλου Αλεξάνδρου, επιστρέφοντας στην πατρίδα μετά το πέρας των μεγάλων εκστρατειών. Η αρχική της ονομασία υπέστη διάφορες αλλαγές στην γλώσσα της κάθε χώρας, ανάλογα με τους επικρατούντες κανόνες ευφωνίας, και έτσι θα την συναντήσετε με τις ακόλουθες ονομασίες : ginger στα αγγλικά, zenzero στα ιταλικά, gingembre στα γαλλικά, ingwer στα γερμανικά, jengibre στα ισπανικά, zencefil στα τούρκικα. Σύμφωνα με κάποιους άλλους μελετητές της ετυμολογίας, η λέξη zingiber προέρχεται από το αραβικό zind-schabil, που σημαίνει ρίζα. Εξ'αλλου, το φυτό παρουσιάζεται με διαφορετικές μεταξύ τους ονομασίες ακόμη και στις χώρες στις οποίες καλλιεργείται.
Το τζίντζερ αποτελείται σε μεγάλο ποσοστό από νερό (περίπου 80%). Επιπλέον, περιέχει αρκετό κάλιο, ψευδάργυρο, και πολυφαινόλες, στις οποίες οφείλονται κάποιες από τις ωφέλιμες δράσεις του. Tο ενεργό συστατικό της πιπερόριζας είναι η τζιντζερόλη, η οποία, όταν μαγειρευτεί, έχει πικάντικο άρωμα και μια γλυκιά και ταυτόχρονα πιπεράτη γεύση. Η ρίζα αυτού του βοτάνου έχει λίγες θερμίδες, αλλά είναι πολύ πλούσια πηγή πολλών βασικών θρεπτικών συστατικών και βιταμινών. ......................
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου