Ο «μεταναστευτικός κίνδυνος» υπήρξε διαχρονικά ο εύκολος δρόμος για να «πειστούν» κυρίως οι πιο φτωχοποιημένες και αδύναμες κοινωνικές ομάδες ότι η αιτία για τη δραματική τους κατάσταση είναι οι «ξένοι» (πρόσφυγες και μετανάστες) που μας «παίρνουν τις δουλειές» και «τρώνε το ψωμί μας», που με την παρουσία τους αυξάνεται η εγκληματικότητα και απειλείται η έννομη τάξη και που έχουν υποβαθμίσει την ποιότητα της ζωής και έχουν διαβρώσει την «καθαρότητα» του κοινωνικού ιστού του έθνους.
Η μετανάστευση, ωστόσο, σε μεγάλο βαθμό αποτελεί διαχρονικό φαινόμενο στην Ευρώπη και σήμερα είναι το αποτέλεσμα της βαθιάς συστημικής κρίσης και των πολέμων που λαμβάνουν χώρα σε διάφορα μέρη του κόσμου και τα τελευταία χρόνια στη γειτονιά μας.
Η ξενοφοβία και ο «κίνδυνος» από τους μετανάστες αποτελούν την κύρια πηγή τροφοδότησης της μισαλλοδοξίας και του εθνικιστικού ρατσισμού.
Την κατάσταση αυτή του φόβου επιχειρούν να εκμεταλλευτούν εκλογικά κυρίως ορισμένα κόμματα της «Ακροδεξιάς», τα οποία εξαρτούν την επιβίωσή τους από την καλλιέργεια μιας επικίνδυνης ρατσιστικής υπερεθνικοφροσύνης, καθώς και ορισμένες μικρές ακροδεξιές πολιτικές ομάδες («σταγονίδια»), που εγκαταβιώνουν μέσα στους κόλπους ισχυρών πολυτασικών κεντροδεξιών παρατάξεων. Οι συνιστώσες αυτές σε ομαλές κοινοβουλευτικές συνθήκες διαδραματίζουν περιθωριακό ρόλο.
Σε κρίσιμες, ωστόσο, περιόδους οι μειοψηφίες αυτές -που συνήθως είναι μαχητικές και φανατικές- παρασύρουν τις ηγεσίες των μεγάλων κομμάτων σε μια ακραία ρητορική με στόχο την προσέλκυση ψηφοφόρων. Υπάρχουν, βέβαια, περιπτώσεις, που οι αρχηγοί των μεγάλων κομμάτων διακατέχονται οι ίδιοι από τέτοιες ακραίες εθνικιστικές ιδέες, συμπαρασύροντας ολόκληρες τις παρατάξεις τους προς ανάλογες θέσεις. Σε αυτές όμως τις περιπτώσεις τα κόμματα οδηγούνται συνήθως είτε στη συρρίκνωσή τους είτε στη διάσπασή τους.
Η ιδεολογική βάση των «ακροδεξιών κομμάτων» θεμελιώθηκε ιστορικά στον καλούμενο νεοσυντηρητισμό. Αρχικά το κίνημα αυτό εμφανίστηκε στις HΠΑ και είχε σοσιαλιστικά χαρακτηριστικά.
Αργότερα, όμως, υιοθέτησε τον οικονομικό συντηρητισμό και την ξενοφοβία. Κατά την περίοδο της προεδρίας του Θίοντορ Ρούσβελτ ειδικότερα και κυρίως του Χούβερ, ο «νεοσυντηρητισμός» αρχίζει να εφαρμόζει ακραίες νεοφιλελεύθερες οικονομικές συνταγές, που ευνοούν τις πολύ ισχυρές οικονομικά τάξεις της εποχής εκείνης. Ετσι, οικοδομήθηκε η ολιγαρχία των «λήσταρχων βαρόνων».
Αμέσως μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο (και για 30 χρόνια) η ανθρωπότητα έζησε στη «χρυσή εποχή» του κεϊνσιανισμού. Η περίοδος αυτή ανακόπηκε με την επανεμφάνιση του νεοφιλελευθερισμού και με κύριους πολιτικούς εκφραστές του τη Θάτσερ και τον Ρέιγκαν. Επί προεδρίας των δύο Μπους ο οικονομικός νεοφιλελευθερισμός επεκτείνεται και στο πολιτικό πεδίο και μεταβάλλεται σε ένα νεοσυντηρητικό κίνημα.
Το κίνημα αυτό διαμορφώνει τη «νέα Δεξιά» που προβάλλει μαζί με τη νεοφιλελεύθερη θεωρία και με βασικά εθνικιστικά ιδεολογικά στοιχεία όπως η «νέα ηθική», ο «νόμος» και η «τάξη», ο θρησκευτικός φανατισμός, η «εθνική ταυτότητα», οι «παραδοσιακές αξίες» και κυρίως ο συστηματικός πόλεμος κατά των μεταναστών.
Νεότεροι θεωρητικοί της ιδεολογίας του «νεοσυντηρητισμού» και της «νέας Δεξιάς» είναι ο Φράνσις Φουκουγιάμα (Francis Fukuyama) με το πολυσυζητημένο πόνημά του «Η πτώση της Αμερικής», καθώς και ο Σάμιουελ Χάντιγκτον με το έργο του «Η σύγκρουση των πολιτισμών» και με το «Ποιοι είμαστε».
Στα βιβλία αυτά ο Αμερικανός διανοούμενος προβάλλει την απειλή του μεταναστευτικού ως τον μείζονα κίνδυνο αλλοίωσης της εθνικής ταυτότητας του αμερικανικού λαού. Στην ίδια «νεοφιλελεύθερη-εθνικιστική» γραμμή κινήθηκε και ο διεθνολόγος καθηγητής Ντόναλντ Κέιγκαν (Donald Kagan), ενώ στον χώρο της λογοτεχνίας κύριος εκφραστής των πιο ακραίων νεοφιλελεύθερων-νεοσυντηρητικών απόψεων είναι η συγγραφέας Αϊν Ραντ (Αyn Rand).
Στη σημερινή «στροφή της Ιστορίας» (αποτέλεσμα σ' έναν βαθμό και της παγκοσμιοποίησης) τα περισσότερα κράτη του δυτικού κόσμου αντιμετωπίζουν το τεράστιο κοινωνικό πρόβλημα της μετανάστευσης με ολιγωρία, με ατελέσφορα μέτρα και χωρίς ιδιαίτερη ευαισθησία. Τα περισσότερα, μάλιστα, από αυτά χρησιμοποίησαν την «ανθρώπινη αυτή μάζα» αποκλειστικά σαν ένα «άψυχο σώμα» και εργαλείο για την οικονομική ενίσχυση του παραγωγικού τους μηχανισμού.
Ετσι, τα ξεριζωμένα και ανέστια αυτά πλάσματα βρίσκονται σήμερα στο «έλεος του Θεού», χωρίς μάλιστα δική τους υπαιτιότητα. Τη μισαλλόδοξη αυτή στάση, που βασίζεται σε «διωγμούς» και αποκλεισμούς ανθρώπων (προσφύγων και μεταναστών), την έκαναν σημαία τους οι ακροδεξιές και φασιστικές πολιτικές δυνάμεις, οι οποίες εκμεταλλεύονται συστηματικά και απάνθρωπα την απελπισία και τη δυστυχία των πολιτών, ιδιαίτερα κατά τις περιόδους κρίσης.
Η πολιτική αυτή βρήκε τελευταία πρόσφορο έδαφος και στην Ευρώπη της λιτότητας (βλέπε τελευταίες εκλογές στη Γερμανία), με αποτέλεσμα σήμερα να αποτελεί μια εν δυνάμει απειλή για τα δημοκρατικά πολιτεύματα των δυτικών κρατών.
Σωτήρης Χατζηγάκης
πρώην υπουργός, συγγραφέας
Πηγή
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου